Πρόληψη Οστεοπενίας & Οστεοπόρωσης

Η οστεοπόρωση είναι μια νόσος με υψηλή νοσηρότητα και θνητότητα λόγω των επιπλοκών της, των οστεοπορωτικών καταγμάτων. Οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις είναι τεράστιες, ειδικά αν λάβουμε υπόψη μας ότι έχουμε ένα πληθυσμό που διαρκώς γερνάει (αύξηση προσδόκιμου επιβίωσης με παράλληλη υπογονιμότητα στη Γηραιά Ήπειρο, την Ευρώπη).

Στόχος κάθε προληπτικής ή θεραπευτικής παρέμβασης είναι η αποφυγή οστεοπορωτικών καταγμάτων ή η δραματική μειωσή τους. Oι δύο κύριοι παράγοντες που θα πρέπει να επικεντρωθούμε είναι:

α) η επίτευξη υψηλής κορυφαίας οστικής πυκνότητας και

β) η μείωση του ρυθμού οστικής απώλειας μετεμμηνοπαυσιακά.

Πρόληψη

Επομένως, η πρόληψη διακρίνεται στην πρωτογενή με κύριο στόχο την βελτιστοποίηση της κορυφαίας οστικής μάζας και της οστικής ποιότητας και στη δευτερογενή που στοχεύει στην μείωση του μετεμμηνοπαυσιακού ρυθμού οστικής απώλειας.

ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ
ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗΣ

πρωτογενής πρόληψη θα πρέπει να στοχεύει:

α) Στην ανίχνευση από την πρώιμη παιδική ηλικία και τη διόρθωση τυχόν παθήσεων που προδιαθέτουν σε οστεοπόρωση, όπως η παιδική ιδιοπαθής οστεοπόρωση, η λήψη κορτιζόνης για μεγάλο χρονικό διάστημα (>3 μήνες), η κληρονομική προδιάθεση, τα σύνδρομα εντερικής δυσαπορρόφησης.

β) Στην λήψη επαρκών ποσοτήτων ασβεστίου. Oι ανάγκες ασβεστίου στην παιδική και εφηβική ηλικία είναι ιδιαίτερα αυξημένες και η λήψη γαλακτοκομικών είναι καθοριστική για την επίτευξη ικανοποιητικής κορυφαίας οστικής πυκνότητας.

γ) H συνεχής άσκηση που συμμετέχει στη δημιουργία ποιοτικά και ποσοτικά «καλού» οστού.

Mετά την επίτευξη της κορυφαίας οστικής πυκνότητας αρχίζει βραδέως η οστική απώλεια που γίνεται εμφανής και σημαντική με την έκπτωση των γονάδων που στις γυναίκες ορίζεται ως εμμηνόπαυση, και σηματοδοτεί την αναγκαιότητα δευτερογενούς πρόληψης. Μετεμμηνοπαυσιακά αρχίζει η απώλεια 0,5-1,5% ανά έτος απώλειας της οστικής πυκνότητας, οδηγώντας σιγά σιγά σε οστεοπενία και ακολούθως σε οστεοπόρωση.

H δευτερογενής πρόληψη συνίσταται σε μια σειρά μέτρων που πρέπει να
ληφθούν από την ασθενή και τον γιατρό αφού όμως ο τελευταίος εντοπίσει τη γυναίκα που πρέπει να ενταχθεί σε ένα τέτοιο πρόγραμμα πρόληψης.

Τέτοιοι παράγοντες κινδύνου είναι βάση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας:
• πρόωρη εμμηνόπαυση (πριν την ηλικία 45 ετών)
• καπνίσμα
• κατανάλωση οινοπνευματωδών (>3 μονάδες/ημέρα)
• λήψη κορτικοειδών
• θυρεοειδοπάθεια
• ηπατική νόσος
• νεφρική ανεπάρκεια
• οστεοπενία 6 μήνες μεταεμμηνοπαυσιακά

Το πρόγραμμα δευτερογενούς πρόληψης περιλαμβάνει:
α) Σωματική άσκηση, βάδιση ή κολύμπι τουλάχιστον 30λεπτά / 3 φορές την εβδομάδα.
β) Aύξηση της πρόσληψης γαλακτομικών προϊόντων και συμπληρωματική χορήγηση ασβεστίου, ώστε η ημερήσια δόση να είναι 1.500 mg.
γ) Έκθεση στον ήλιο ή συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D (400 IU ημερησίως – 1,25 χολικαλσιφερόλης D3).
δ) Διακοπή ή περιορισμός καπνίσματος και οινοπνεύματος
ε) Περιορισμός της πρόσληψης πρωτεϊνών (κρέατος) σε 1-2 φορές εβδομαδιαίως
στ) Θεραπεία τυχόν υπερθυρεοειδισμού, υπερπαραθυρεοειδισμού, συνδρόμων δυσαπορρόφησης του ασβεστίου.