Βάση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, τα κριτήρια έναρξης θεραπείας για την οστεοπόρωση είναι:
T-score μεγαλύτερο από –2,5 σταθερές αποκλίσεις σε νεαρούς ενήλικες
Η ύπαρξη δύο ή περισσοτέρων παραγόντων κινδύνου με οστεοπενία [T-score –1 έως –2,5]
Η ύπαρξη πολύ πρώιμης εμμηνόπαυσης με οστεοπενία
Eγκατεστημένη οστεοπόρωση που επιβεβαιώνεται με την ύπαρξη ενός τουλάχιστον οστεοπορωτικού κατάγματος
Tαχεία οστική απώλεια που αναγνωρίζεται με τους βιοχημικούς δείκτες και οστεοπενία
Ο ιατρός θα πρέπει να εξετάσει και να λάβει ένα πλήρες ιστορικό της ασθενούς, να αξιολογήσει τα κριτήρια αυτά και τους παράγοντες κινδύνου (Ερωτηματολόγιο FRAX® – Identifying people at high risk of fracture). Ακολούθως θα προχωρήσει σε μέτρηση με οστική πυκνομετρία DEXA στο ισχίο ή στην Οσφυική Μοίρα της Σπονδυλικής Στήλης , όπως και σε ένα πλήρη βιοχημικό έλεγχο, τόσο του ρυθμού της οστικής εναλλαγής, όσο και εξετάσεις αποκλεισμού άλλων μεταβολικών-ενδοκρινολογικών παθήσεων.
Kατόπιν αυτού ο ορθοπαιδικός θα μπορεί να καθορίσει τη θεραπευτική στρατηγική του, και να επιλέξει το καλύτερο θεραπευτικό σχήμα και την ελάχιστη θεραπευτική δόση. Οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα των έξι μηνών με ένα χρόνο, ώστε να αποφασίζεται η συνέχιση ή η τροποποίηση της αντι-οστεοπορωτικής αγωγής.
1. H ασφάλεια της φαρμακευτικής αγωγής.
2. H συμμόρφωση και η αποδοχή εκ μέρους της ασθενούς (compliance).
3. H αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα στην οστική ποσότητα και ποιότητα όπως και στη μείωση των οστεοπορωτικών καταγμάτων.